- ακροβάτης
- I
Ο όρος κατά λέξη σημαίνει αυτόν που περπατάει στις άκρες των ποδιών και χρησιμοποιείται από πολλές ξένες γλώσσες για να υποδηλώσει κάθε είδους θαυματοποιούς, σχοινοβάτες, σαλτιμπάγκους, άλτες, ισορροπιστές, δεξιοτέχνες ποδηλάτες κ.ά. Η ακροβατική τέχνη έχει πανάρχαιες ρίζες (σχετικές παραστάσεις συναντώνται τόσο στην κινεζική όσο και την αιγυπτιακή ζωγραφική), που πρέπει να αναζητηθούν σε λατρευτικές εκδηλώσεις, σε λαϊκά παιχνίδια και στις απαιτήσεις ορισμένων επαγγελμάτων. Στην αρχαία Ελλάδα, η ακροβασία από παράγοντας επικουρικός της γυμναστικής έγινε θέαμα στην εποχή της παρακμής του θεάτρου.Οι α. εκτελούσαν ισορροπιστικές επιδείξεις πάνω σε τεντωμένα σχοινιά, άλματα ανάμεσα σε εύθραυστα αγγεία, μέσα από στεφάνες ή επάνω από κοφτερές λεπίδες. Τέτοιες μορφές ακροβασίας και άλλες ακόμα πιο πολύπλοκες απαντούν, μάλιστα μέσα σε εντυπωσιακό διάκοσμο, στα θεάματα των αμφιθεάτρων κατά την ύστερη ρωμαϊκή περίοδο.Ο Πετρώνιος στο Συμπόσιο του Τριμαλχίονος αναφέρει ένα παιδί, που κάνει χορευτικά βήματα στην κορυφή μιας σκάλας και πηδά μέσα από αναμμένα στεφάνια με έναν αμφορέα στηριγμένον επάνω στο πηγούνι του. Στα νεότερα χρόνια, ο α., αφού πρώτα εμφανίστηκε ως σχοινοβάτης στις πλατείες και έπειτα ως αυτοσχεδιάζων κωμικός ηθοποιός, έγινε ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς παράγοντες του τσίρκου. Στη Δύση ολόκληρες οικογένειες και σχολές α. μεταδίδουν την τέχνη τους από γενιά σε γενιά, ενώ στην Ανατολή η ακροβατική τέχνη, λαϊκή ή τελετουργική, είναι εξαιρετικά ανεπτυγμένη και διδάσκεται σε ειδικές σχολές, όπως στην Κίνα.II
Οι ακροβάτες εντυπωσιάζουν το κοινό με τη δεξιοτεχνία και την τόλμη τους.
(acrobates). Επιστημονική ονομασία γένους μαρσιποφόρων θηλαστικών της οικογένειας των φαλαγγεριδών ή φαλαγγιστιδών. Ζουν αποκλειστικά στην Αυστραλία και στα νησιά του νότιου Ειρηνικού.Το μήκος του σώματός τους κυμαίνεται από 6 έως 10 εκ. Μοιάζουν πάρα πολύ με τους ποντικούς αλλά διαφέρουν στο ότι έχουν λεπτή μεμβράνη που εκτείνεται από το πέμπτο δάχτυλο του μπροστινού ποδιού έως τη φτέρνα και τους βοηθά στη μετακίνηση από το ένα δέντρο στο άλλο. Έχουν νύχια μακριά και γαμψά, πυκνό τρίχωμα και θυσανωτή ουρά. Κινούνται κυρίως κατά τη διάρκεια της νύχτας και γι’ αυτό κατορθώνουν να κρύβονται από τις κατοικίδιες γάτες, που είναι θηρευτές τους. Την ημέρα είναι αθέατοι και σπάνια βγαίνουν από τις κρυψώνες τους. Στο είδος α. ο πυγμαίος, η ουρά τους είναι διπλάσια από το σώμα τους. Ζουν επάνω στους ευκαλύπτους και στα καουτσουκόδεντρα και τρέφονται με φυτά και έντομα. Οι ιθαγενείς τούς ονομάζουν ιπτάμενους ποντικούς. Ο α. οαυστραλιανός μοιάζει πολύ με τον σκίουρο, ο α. οβραχύσωμος ζει κυρίως στη Νέα Γουινέα, ενώ ο α. ο σκίουρος και ο α. οκερκοφόρος, ζουν στη Νέα Ζηλανδία και την Τασμανία.Επίδειξη δεξιοτεχνίας επάνω σε ράχη γυμνασμένου αλόγου από ακροβάτη.
* * *ο (Α ἀκροβάτης) (Ν θηλ. ακροβάτις και ακροβάτρια)νεοελλ.1. αυτός που βαδίζει στις μύτες τών ποδιών του2. ο ειδικευμένος εκτελεστής γυμναστικών ασκήσεων με ή χωρίς όργανα, όπως η σχοινοβασία, η αιώρηση κ.ά.3. αυτός που έχει ως επάγγελμα τις ακροβασίες, ο επαγγελματίας ακροβάτηςαρχ.αυτός που εκτελεί τελετουργικές ακροβασίες.[ΕΤΥΜΟΛ. < ακρο- (Ι) + -βάτης < βαίνω.ΠΑΡ. ακροβατικόςνεοελλ.ακροβασία, ακροβατισμός, ακροβατηδόν].
Dictionary of Greek. 2013.